- περιαυθᾱδίζομαι
- περι-αυθ-ᾱδίζομαι, sehr eigenwillig od. hartnäckig sein
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
περιαυθαδίζομαι — Α 1. είμαι πάρα πολύ αυθάδης 2. έχω μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + αὐθαδίζομαι «είμαι αυθάδης»] … Dictionary of Greek
περιαυθαδίζεται — περιαυθαδίζομαι to be exceeding wilful pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)